Projects

Η αποταμίευση στην Ελλάδα ή γιατί δεν αποταμιεύουμε

Mελέτη που εκπονήθηκε σε συνεργασία του Οικονομικού Πανεπιστημίου Αθηνών (LINER) και της Eurobank.

https://www.aueb.gr/el/opanews/i-apotamieysi-stin-ellada-i-giati-den-apotamieyoyme

Η σημασία της αποταμίευσης για την οικονομική ανάπτυξη και την ευημερία χωρών και ανθρώπων είναι αδιαμφισβήτητη. Η αποταμίευση επιτρέπει σε μια χώρα να μετασχηματίσει τη μείωση της παρούσας κατανάλωσης, που συνεπάγεται η αποταμίευση, σε δυνατότητα παραγωγής επιπλέον εισοδήματος στο μέλλον μέσω της αύξησης των επενδύσεων και, επομένως, σε αύξηση των μελλοντικών καταναλωτικών δυνατοτήτων της χώρας.

Καμία χώρα στην ιστορία δεν έχει πετύχει υψηλούς ρυθμούς οικονομικής ανάπτυξης για πολλά χρόνια χωρίς την ύπαρξη υψηλού ποσοστού επενδύσεων και, αντίστοιχα, υψηλού ποσοστού εθνικής αποταμίευσης. Για παράδειγμα, οι ταχέως αναπτυσσόμενες οικονομίες της Ανατολικής Ασίας εμφανίζουν για δεκαετίες υψηλότατα ποσοστά εθνικής αποταμίευσης, ενώ αντίθετα η αναπτυξιακή υστέρηση των χωρών της Λατινικής Αμερικής συμβαδίζει με χαμηλά ποσοστά εθνικής αποταμίευσης.

Οι πρόσφατες εκδηλώσεις της κλιματικής αλλαγής έχουν καταστήσει σαφές ότι οι ανάγκες για αποκατάσταση των ζημιών που προκαλούνται με αυξανόμενη συχνότητα, η δημιουργία κατάλληλων υποδομών περιορισμού των συνεπειών τους και η ανάπτυξη νέων πράσινων τεχνολογιών θα απαιτήσουν τεράστιες επενδύσεις. Επομένως, η αποταμίευση είναι αναγκαία για την χρηματοδότηση των απαιτούμενων επενδύσεων, ώστε να αντιμετωπιστούν οι περιβαλλοντικές προκλήσεις που προκαλεί η κλιματική αλλαγή. Η ανάγκη αύξησης της αποταμίευσης επιτείνεται από τις δημογραφικές εξελίξεις στις αναπτυγμένες χώρες, με κυριότερη τη γήρανση του πληθυσμού.

Η ανεπαρκής αποταμίευση έχει επίσης συνέπειες σε ατομικό επίπεδο. Όταν τα άτομα δεν αποταμιεύουν, θέτουν σε κίνδυνο την οικονομική τους ασφάλεια, καθώς ανεπάντεχες μεταβολές στη ζωή τους, όπως η απώλεια της απασχόλησης ή μια σοβαρή ασθένεια, συνεπάγονται απότομες και επώδυνες μειώσεις του βιοτικού τους επιπέδου. Ακόμη και η συνταξιοδότηση επιφέρει σημαντική πτώση του βιοτικού επιπέδου στα άτομα που δεν έχουν προνοήσει να αποταμιεύσουν στη διάρκεια του εργασιακού τους βίου.

Δυστυχώς, στην Ελλάδα αποταμιεύουμε πολύ λιγότερο από όσο χρειάζεται για όλα αυτά. Η Ελλάδα είναι η χώρα με το χαμηλότερο ποσοστό καθαρής εθνικής αποταμίευσης τα τελευταία δεκαεπτά χρόνια (και μάλιστα, αρνητικό) από όλες τις χώρες του ΟΟΣΑ. Η καθαρή εθνική αποταμίευση προκύπτει όταν αφαιρεθεί από την ακαθάριστη εθνική αποταμίευση η απόσβεση της αξίας των περιουσιακών στοιχείων. Με εξαίρεση το Γράφημα 1, όλα τα υπόλοιπα γραφήματα αναφέρονται στην (ακαθάριστη) αποταμίευση, η οποία  αποτελείται από το άθροισμα της  αποταμίευσης του ιδιωτικού τομέα και του δημόσιου τομέα της οικονομίας. Η αποταμίευση για κάθε τομέα ισούται με τη διαφορά μεταξύ διαθέσιμου εισοδήματος και κατανάλωσης. Μάλιστα αποταμιεύουμε λιγότερο όχι μόνο σε σύγκριση με πλουσιότερες, αλλά και με πολύ φτωχότερες χώρες. Το ποσοστό εθνικής αποταμίευσης είναι χαμηλότερο όχι μόνο από τη Γαλλία, τη Γερμανία και τον Καναδά, αλλά και από χώρες όπως η Βραζιλία, η Νότια Αφρική και το Μεξικό -το Γράφημα 1 αποτυπώνει την κατάσταση για το 2022.

ΕΛΙΑΜΕΠ-Ίδρυμα Λεβέντη και ΟΠΑ-LINER: Εξωστρέφεια, Εξαγωγές των Επιχειρήσεων & Μισθολογικό Περιβάλλον στην Ελληνική Οικονομία

Η μελέτη «Εξωστρέφεια, Εξαγωγές των Επιχειρήσεων & Μισθολογικό Περιβάλλον στην Ελληνική Οικονομία» υλοποιήθηκε με την υποστήριξη της Ερευνητικής Έδρας του Ιδρύματος Α. Γ. Λεβέντη στο ΕΛΙΑΜΕΠ, από τους: Θεώνη Κακουλίδου, Διδάκτορα, Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Σαράντη Καλυβίτη, Καθηγητή, Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών, Μαργαρίτα Κατσίμη, Καθηγήτρια, Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών και Θωμά Μούτο, Καθηγητή, Οικονομικό Πανεπιστήμιο Αθηνών.

Περίληψη της Μελέτης

Η περιορισμένη ανταγωνιστικότητα της ελληνικής οικονομίας αποτέλεσε έναν καθοριστικό παράγοντα πυροδότησης της κρίσης χρέους, ενώ ταυτόχρονα συνέβαλε στην παρατεταμένη αδυναμία προσαρμογής στα προ κρίσης επίπεδα οικονομικής δραστηριότητας. Η απώλεια διεθνούς ανταγωνιστικότητας της ελληνικής οικονομίας συνδέθηκε με μια ταχεία αύξηση του κόστους εργασίας ως το 2009.

Ωστόσο, το γεγονός πως η σημαντική μείωση του μοναδιαίου κόστους εργασίας μετά το 2009 δεν κατάφερε να οδηγήσει στην αναμενόμενη αύξηση των ελληνικών εξαγωγών, σημαίνει ότι η μείωση του κόστους εργασίας δεν είναι από μόνη της ικανή να τονώσει την εξαγωγική δραστηριότητα.

Η παρούσα μελέτη χρησιμοποίησε μια μεγάλη βάση μικροοικονομικών δεδομένων σε επίπεδο εξαγωγικών επιχειρήσεων με στόχο να αναδείξει τους πιο σημαντικούς παράγοντες καθορισμού της εξαγωγικής συμπεριφοράς. Στο πλαίσιο αυτό παράγοντες όπως η παραγωγικότητα, η ποιότητα του εργατικού δυναμικού, η καινοτομία, η δυνατότητα δανεισμού και η προώθηση των προϊόντων φαίνεται να συνδέονται θετικά με την εξαγωγική επίδοση των επιχειρήσεων.

Σε σχέση με το ρόλο του μισθολογικού περιβάλλοντος στην εξαγωγική επίδοση, η ανάλυση των μικροοικονομικών δεδομένων δείχνει ότι:

  • η μέση εξαγωγική επιχείρηση αμείβει το εργατικό της δυναμικό με υψηλότερους μισθούς σε σχέση με τη μέση επιχείρηση του ιδιωτικού τομέα και
  • οι επιχειρήσεις με τις καλύτερες εξαγωγικές επιδόσεις αμείβουν με υψηλότερους μισθούς και αυτή η διαφορά είναι ακόμα πιο έντονη στους μισθούς του εξειδικευμένου εργατικού δυναμικού.

Επίσης η μέση εξαγωγική επιχείρηση απασχολεί ένα σημαντικά μικρότερο ποσοστό εργαζομένων που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό. Για αυτό άλλωστε, σύμφωνα με την εμπειρική ανάλυση που διενεργήθηκε στο πλαίσιο της μελέτης, η μείωση του κατώτατου μισθού το 2012 δεν φαίνεται να επηρέασε την εξαγωγική συμπεριφορά των επιχειρήσεων με εργαζόμενους που αμείβονται με τον κατώτατο μισθό.

Αξίζει όμως να σημειωθεί πως μετά τη μεταρρύθμιση στην αγορά εργασίας το 2012 παρατηρείται θετική επίδραση στην αξία των εξαγωγών όλων των εξαγωγικών επιχειρήσεων, ίσως επειδή η μεταρρύθμιση έδωσε τη δυνατότητα στις εξαγωγικές επιχειρήσεις να αποκλίνουν από τους μισθούς που ορίζονταν στις συλλογικές συμβάσεις εργασίας.

Το βασικό συμπέρασμα που προκύπτει από την παρούσα μελέτη είναι πως ο πιο καθοριστικός παράγοντας για την εξαγωγική δραστηριότητα είναι το μέγεθος της επιχείρησης. Καθώς οι μεγάλες επιχειρήσεις εξάγουν πολύ περισσότερο σε σχέση με τις μικρές, η ύπαρξη ενός σχετικά μικρού αριθμού μεγάλων επιχειρήσεων στην Ελλάδα επηρεάζει αρνητικά την εξαγωγική επίδοση της χώρας.

Σε αυτό το πλαίσιο η μελέτη προτείνει τη δημιουργία μιας ελληνικής ‘εξαγωγικής αλυσίδας’: οι ελληνικές μικρομεσαίες επιχειρήσεις (ΜμΕ) μπορούν να είναι τροφοδότες μεγάλων εξαγωγικών επιχειρήσεων, που θα αποτελούν τον ‘εξαγωγικό κόμβο’ για την προώθηση των ελληνικών προϊόντων σε όλο τον κόσμο. Έτσι, οι ΜμΕ μπορούν να γίνουν έμμεσα ανταγωνιστικές ως κομμάτι μιας ευρύτερης παραγωγικής διαδικασίας υποκαθιστώντας κομμάτι των εισαγωγών.

Το πλήρες κείμενο της Μελέτης είναι διαθέσιμο στο σύνδεσμο

https://www.eliamep.gr/wp-content/uploads/2017/09/«Εξωστρέφεια-Εξαγωγές-των-Επιχειρήσεων-και-Μισθολογικό-Περιβάλλον-στην-Ελληνική-Οικονομία».pdf

A Novel Database of Greek Exporters and Innovators

Firms and Competitiveness: A Novel Database of Greek Exporters and Innovators

(Competitiveness Database of Exporters – Greece: CODEX-Greece)

 

This project has received funding from the Hellenic Foundation for Research and Innovation (HFRI) and the General Secretariat for Research and Technology (GSRT), under grant agreement No [242].

Μελέτη διαΝΕΟσις και ΟΠΑ-LINER: Εξαγωγές και Εξαγωγικές Επιχειρήσεις στην Ελλάδα, Δεκέμβριος 2018, Σαράντης Καλυβίτης, Μαργαρίτα Κατσίμη, Θωμάς Μούτος

Μπορείτε να βρείτε την μελέτη στον σύνδεσμο:

https://www.dianeosis.org/wp-content/uploads/2018/12/exports_final.pdf

ΔΡΑΣΗ «ΑΡΙΣΤΕΙΑ ΙΙ»  Microeconomic and Macroeconomic Determinants of Current Account Adjustment: The Case of Greece